Το χάος - χώρος στην παράδοση

«Πρώτα-πρώτα το Χάος έγινε και ύστερα η πλατύστηθη Γη, το αιώνια στέρεο βάθρο όλων….. Και από το Χάος, το Έρεβος γεννήθηκε και η μαύρη η Νύκτα, κι από τη Νύκτα πάλι ο Αιθέρας και η Ημέρα…… Και η Γη γέννησε πρώτα ίσο με τον εαυτό της, τον Ουρανό τον αστερόπληθο…»
(Ησίοδος, «Θεογονία»)


Ποια ήταν η Περσεφόνη και ποιος ο μύθος της αρπαγής της

Νεαρή και κοκκινομάλλα. Φοράει έναν λευκό χιτώνα και έχει μία τραγική μορφή.Αυτή είναι η Περσεφόνη όπως απεικονίζεται στο εντυπωσιακό ψηφιδωτό με τον γενειοφόρο αρματηλάτη και τον ψυχοπομπό Ερμή που αποκαλύφθηκε στον τύμβο Καστά της Αμφίπολης. Ποια ήταν η Περσεφόνη στη μυθολογία;

Αμφίπολη: Η μεγαλύτερη πλεκτάνη της Ιστορίας που έστησε η Ολυμπιάδα;

του Σταύρου Παπαντωνίου


Το άγνωστο πρόσωπο- κλειδί που εκτέλεσε το σχέδιο της μητέρας του Αλεξάνδρου

Η Ιστορία δεν μνημονεύει πάντα αυτούς που κινούν τα νήματα. Πολλές φορές λησμονεί , ξεχνάει και αφήνει για πάντα στην λήθη λεπτομέρειες, που όμως στην εποχή τους ήταν αυτές που μπορεί να άλλαξαν τον ρου ολόκληρης της Ιστορίας.

Tα θαύματα στα αρχαία Ασκληπιεία

Τα Ασκληπιεία ήταν ιερά και τόποι λατρείας του ήρωα, ιερού ιατρού και θεραπευτή θεού Ασκληπιού. Ηταν στην πραγματικότητα τα πρώτα νοσοκομεία ή μάλλον συγκροτήματα κτιρίων υγείας, όχι μόνο του ελληνικού χώρου αλλά και όλου του δυτικού πολιτισμού και πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στην ελληνική ευρύτερη περιφέρεια για πολλούς αιώνες, από την εποχή περίπου του Τρωικού πολέμου ως τον 6ο αιώνα μ.Χ., εποχή της πλήρους επικράτησης του χριστιανισμού. Θα πρέπει να τονίσουμε ιδιαίτερα ίσως εδώ ότι, παρ' όλο το διωγμό που υπέστη ο αρχαίος ελληνικός πολιτισμός ως ειδωλολατρική πρακτική, κύρια από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο το 392 μ.Χ., η λατρεία του Ασκληπιού και ιδιαίτερα η φροντίδα υγείας στα Ασκληπιεία δεν έγινε κατορθωτό να εξαλειφθεί τελείως για περίπου δύο ακόμη αιώνες.

Ο Αριστοτέλης για τον φόβο και το θάρρος

Ποιές είναι οι καταστάσεις που μας εμπνέουν φόβο ή ακόμα καλύτερα θάρρος;

Ο φόβος είναι κάποια λύπη ή ταραχή πού προκαλείται από την αίσθηση κάποιου κακού που επαπειλείται, ενός κακού που μπορεί να μας καταστρέψει ή να μας λύπησει.

Η διάσπαση του κράτους του Μ. Αλεξάνδρου

Η Ελληνιστική εποχή που αρχίζει από το θάνατο τον Μ. Αλεξάνδρου (323 π.Χ.) και τελειώνει με την κατάληψη της Αιγύπτου από τους Ρωμαίους (30 π.Χ.) ονομάζεται ελληνιστική [ Η αυτοκρατορία που δημιουργήθηκε από τις κατακτήσεις του Μ. Αλεξάνδρου, αν και εφήμερη, διαμόρφωσε νέα οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά δεδομένα για τον Ελληνισμό.

Ο Ερμής ως ψυχοπομπός

Ο Ερμής ή με το επικό όνομα Ερμείας, είναι ένας απ' τους παλαιότερους θεούς με γνήσια ελληνική «λαϊκή» καταγωγή. Κατά τη μυθολογία γεννήθηκε σε μια σπηλιά στην Κυλλήνη (στο σημερινό όρος Ζήρια) της Κορινθίας, από τον Δία και την πανέμορφη Νύμφη Μαία, την κόρη του Άτλαντα. Στον Όμηρο μνημονεύεται με το αρχαιότερο όνομά του Ερμής ο Κυλλήνιος, αλλά και με τους επιθετικούς προσδιορισμούς «εύσκοπος αργεϊφόντης», «διάκτορος», δηλαδή ψυχοπομπός. Στον Όμηρο χρησιμοποιούνται συχνότερα τα επίθετα «χρυσόραβδος» Ερμής, «αγγελιοφόρος» Ερμής, ενώ στον Ησίοδο «ξακουστός κήρυκας των θεών» και «προστάτης των βοσκών και των αιγοπροβάτων».

Η φιλοσοφία του Σωκράτη (469-399 π.Χ.)

Ο φιλόσοφος Σωκράτης παραμένει ένα αίνιγμα, όπως άλλωστε υπήρξε και όσο ζούσε. Παρόλο που δεν άφησε ούτε δείγμα συγγράμματος, θεωρείται ακόμα και σήμερα ένας από τους φιλοσόφους που άλλαξαν για πάντα το πώς αντιλαμβανόμαστε την φιλοσοφία και επηρέασε σχεδόν όλες τις υπόλοιπες φιλοσοφικές σχολές. 

Το Κυλώνειον Άγος. Η πρώτη καταπάτηση ασύλου στην ιστορία

Στις μέρες μας, η έκφραση «Κυλώνειο άγος» χρησιμοποιείται για κάθε πράξη που μπορεί να επισύρει ντροπή σε πόλη ή κράτος. Ιστορικά προσδιορίζει τη σφαγή όσων είχαν καταφύγει στο ιερό της Ακρόπολης, όπου υπήρχε άσυλο, και εξ αιτίας αυτού του ανοσιουργήματος μία  κατάρα έπληξε για χρόνια την Αθήνα.

Το Κυλώνειον Άγος, 632 π.Χ.

Ο Κύλων, ένας Ευπατρίδης και Ολυμπιονίκης του διαύλου το 640 π.Χ., προσπάθησε να καταλάβει την πόλη των Αθηνών και να γίνει τύραννος. Ο Κύλων είχε ζητήσει χρησμό από το μαντείο των Δελφών και έλαβε την απάντηση, ότι θα έπρεπε να καταλάβει την Ακρόπολη των Αθηνών κατά την διάρκεια των εορτασμών του Διός. Παίρνοντας ένα απόσπασμα στρατού από τον πεθερό του, Θεαγένη τύραννο των Μεγάρων και βοηθούμενος από Αθηναίους φίλους του, κατέλαβε την Ακρόπολη, κατά την διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων.

Όταν οι Αθηναίοι έμαθαν τα γεγονότα, περικύκλωσαν την Ακρόπολη. Ο Κύλων και ο αδελφός του κατόρθωσαν να δραπετεύσουν, αλλά οι υπόλοιποι εξουθενωμένοι από την πείνα, ζήτησαν άσυλο στο ιερό της Αθηνάς, στην Ακρόπολη. Οι Αθηναίοι τους υποσχέθηκαν μια δίκαιη δίκη, εάν παρεδίδοντο. Οι πολιορκημένοι δύσπιστοι, έδεσαν ένα σχοινί στο ιερό για να ευρίσκονται σε επαφή και βγήκαν έξω κρατώντας το. Όταν το σχοινί κόπηκε, σχεδόν όλοι σφαγιάστηκαν, στην περιφέρεια του Ευμενίδη, κοντά στην είσοδο της Ακροπόλεως. Αυτό το ανίερο γεγονός ονομάσθηκε “Κυλώνειον Άγος” .

Ένας πολεμιστής ζωγραφισμένος σε πλάκα. Το όνομα του ήταν Μεγακλής ο καλός, (πιθανόν της οικογένειας των Αλκμαιονίδων) αντικαταστίθηκε με το όνομα Γλαυκύτης. 510-500 π.Χ. Τον Άρχοντα των Αθηναίων, Μεγακλή, από την οικογένεια των Αλκμεωνίδων και τους βοηθούς του, που πήραν μέρος στην σφαγή, οι Αθηναίοι τους καταράστηκαν και τους απέφευγαν. Όταν έπεσαν επιδημίες  στην Αθήνα, ο Μεγακλής και οι προσωπικοί του βοηθοί, αυτοί που ζούσαν ακόμη εκείνο τον καιρό, μετά από υποκίνηση του Σόλωνα (597 π.Χ.), πέρασαν από δίκη, κρίθηκαν ένοχοι και εξορίστηκαν ισόβια από την Αττική.

Η εξορία όμως των Αλκμεωνίδων δεν απολύτρωσε τους   Αθηναίους από τις συμφορές και τους φόβους και έτσι προσκάλεσαν τον σοφό Επιμενίδη από την Κρήτη, να εξαγνίσει την πόλη από την ενοχή της. Ο Επιμενίδης επισκέφθηκε την Αθήνα το 596 π.Χ., και αφού έκανε θυσίες και ιεροτελεστίες, κατόρθωσε να εξαγνίσει την πόλη, βάζοντας τέλος στον λοιμό. Οι Αθηναίοι σε ανταπόδοση του πρόσφεραν ένα τάλαντο, αλλά ο Επιμενίδης δέχθηκε μόνο ένα κλωνάρι από το ιερό δένδρο της ελιάς, στην Ακρόπολη.

Θέμις: Η Προστάτιδα θεά του Δικαίου

Η Θέμις ανήκει στους Τιτάνες, τους πρώτους θεούς της ελληνικής μυθολογίας, που ήταν τέκνα του πρώτου θεϊκού ζεύγους της Γαίας και του Ουρανού 

Ο ιερός χώρος των Δελφών

Οι Δελφοί, στη ΝΔ. πλευρά του Παρνασσού, υπήρξαν κατά την αρχαιότητα ένα σημαντικότατο πολιτικό, πολιτιστικό και θρησκευτικό κέντρο, σύμβολο της ενότητας του Αρχαίου Ελληνισμού επί πολλούς αιώνες, αποτέλεσαν δε την έδρα του περίφημου Μαντείου του Απόλλωνα.

Η Γεωμετρική εποχή

Η Γεωμετρική εποχή είναι μία περίοδος της αρχαίας ελληνικής ιστορίας που διαρκεί περίπου από το 1100 π.Χ. έως το 700 π.Χ.

Η περίοδος, λοιπόν, από τον ΙΒ’ ως τον Η’ αιώνα είναι μία περίοδος μεταβατική, κατά την οποία συνέβησαν εξελίξεις, συντελουμένων των οποίων βρίσκουμε μία διαμορφωμένη κατάσταση στην έναρξη της αρχαϊκής εποχής. Η περίοδος αυτή πέρα από ‘σκοτεινοί αιώνες’, είναι γνωστή και με άλλες ονομασίες, όπως ομηρική εποχή, γεωμετρική εποχή, λόγω των αλλαγών που σημειώνονται περί το 1050 π.Χ. στην τεχνοτροπία της κεραμεικής, ή εποχή του σιδήρου, καθώς από το 1100 π.Χ. και εξής γενικεύεται η χρήση του υλικού αυτού για την κατασκευή όπλων ή σκευών.

Ιερό και Ναός του Ολυμπίου Διός

Είναι ένα από τα σπουδαιότερα και πιο πολυσύχναστα ιερά της αρχαίας Αθήνας, η τύχη του οποίου συνυφάνθηκε με τις πολιτειακές μεταβολές που σημειώθηκαν στην πόλη ανά τους αιώνες. Βρίσκεται νοτιοανατολικά της Ακροπόλεως, στο νότιο τμήμα της πόλης (περιοχή Ιλισσού). Βορείως του τεμένους διερχόταν δρόμος με γεωμετρικούς τάφους, ενώ στα νότια του ιερού ανακαλύφθηκαν προϊστορικά όστρακα καθώς και κεραμεική των αρχαϊκών και κλασσικών χρόνων.

Οι ενδείξεις που προκύπτουν από τις ανασκαφικές έρευνες χρονολογούν τις απαρχές της λατρείας του Διός στην περιοχή στους πρώιμους ιστορικούς χρόνους. Μέσα σε έναν μεγάλο, ορθογώνιο περιτειχισμένο χώρο στέκονται μέχρι σήμερα 15 τεράστιοι κορινθιακοί κίονες, που κάποτε περιέβαλλαν τον μεγαλοπρεπή ναό του Ολυμπίου Διός («Ολυμπιείον»).

Ο ναός πρωτοχτίσθηκε μάλλον από τον Πεισίστρατο κατά το β΄ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. Είχε την μορφή περίπτερου ναού και σε μέγεθος ξεπερνούσε τον τότε ναό της Αθηνάς στην Ακρόπολη, αντανακλώντας την υπερηφάνεια της εξουσίας του επίγειου άρχοντα.

Στο δ΄ τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. οι Πεισιστρατίδες έθεσαν σε εφαρμογή το μεγαλεπήβολο σχέδιο ανέγερσης ενός νέου, πελώριων διαστάσεων περίπτερου δωρικού ναού του Διός, που θα ανταγωνιζόταν σε όγκο και επιβλητικότητα τα τεράστια αρχαϊκά ναϊκά οικοδομήματα της Ιωνίας (το Ηραίον της Σάμου, το Αρτεμίσιον της Εφέσου και το Διδυμαίον της Μιλήτου).

Οι εργασίες για την αποπεράτωσή του διακόπηκαν με την πτώση της τυραννίδος το 510 π.Χ., όταν ο Ιππίας εκδιώχθηκε από την Αθήνα· τότε ο ναός είχε βρισκόταν ακόμη στα σπάργανα (είχε φθάσει μόλις μέχρι το ύψος του στυλοβάτη). Μετά τα Μηδικά (479/8 και εξής) μέρος του οικοδομικού υλικού του Ολυμπιείου (σπόνδυλοι κιόνων) χρησιμοποιήθηκε στην κατασκευή της ανατολικής πλευράς της Θεμιστόκλειας οχύρωσης. 

Στα πρώιμα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου (γ΄τέταρτο 4ου αι. π.Χ.), ο Λυκούργος, ο τελευταίος Αθηναίος ιδρυτής οικοδομημάτων, επιχείρησε να ολοκληρώσει τον ναό, οι προσπάθειές του όμως δεν ευοδώθηκαν. Οι εργασίες για την ανοικοδόμησή του επαναλήφθηκαν στα ελληνιστικά χρόνια από τον Αντίοχο Δ΄ τον Επιφανή (175-163 π.Χ.), πάνω σε σχέδια του Ρωμαίου αρχιτέκτονα Κοσσούτιου· ωστόσο, ο ναός δεν είχε τελειώσει όταν πέθανε ο Αντίοχος, με αποτέλεσμα να παραμείνει ημιτελής έως την εποχή της Ρωμαιοκρατίας.

Έπειτα από την επιδρομή του 86 π.Χ. στην Αθήνα, ο Σύλλας μετέφερε κίονες του ναού στην Ρώμη για την διακόσμηση του ναού του Καπιτωλίου Διός. Στους χρόνους του Οκταβιανού Αυγούστου (63 π.Χ.-14 μ.Χ.) έγιναν ανανεωτικές εργασίες σε περιορισμένο βαθμό με πρωτοβουλία ελασσόνων ηγεμόνων του διαλυμένου τότε συριακού βασιλείου (των Σελευκιδών), οι οποίοι θέλησαν να αφιερώσουν τον ναό στο genius του ρωμαίου αυτοκράτορα. 

Τον εξωραϊσμό όλου του χώρου του ιερού και την αποπεράτωση του ναού ανέλαβε περίπου δύο αιώνες αργότερα, κατά την πενταετία 125-130 μ.Χ., ο φιλέλληνας αυτοκράτορας Αδριανός.

Στην τελική του μορφή το κτίριο διαρθρωνόταν σε δίπτερο ναό κορινθιακού ρυθμού (πτερό 8 x 20), με προσθήκη και τρίτης κιονοστοιχίας στις στενές πλευρές, που εσωτερικά διακρινόταν σε τρία μέρη (πρόναο, σηκό, οπισθόδομο) και ίσως έφερε επιπλέον εσωτερικές ιωνικές κιονοστοιχίες κοντά στους εξωτερικούς τοίχους για την στήριξη της στέγης. Στον σηκό φυλασσόταν το κολοσσιαίο λατρευτικό χρυσελεφάντινο άγαλμα του Διός και κοντά σε αυτό ανδριάντας του Αδριανού, που λατρεύτηκε επίσης ως θεός στον ίδιο ναό.

Παράλληλα, ένας μεγάλος ορθογώνιος περίβολος, ενισχυμένος με αντηρίδες και με μνημειακή είσοδο με πρόπυλο στην βόρεια πλευρά του (κοντά στην βορειοανατολική γωνία), υψώθηκε προστατευτικά γύρω από τον ναό.

Τέλος, σε θέση παρακείμενη προς τον ναό κατασκευάσθηκε η λεγόμενη Πύλη του Αδριανού, αυτοτελές αψιδόμορφο κτίσμα που λειτούργησε ως θριαμβικό τόξο, ανάλογο με αυτά που υπήρχαν σε πολλά σημεία της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας· η οικοδόμησή του πρέπει να είχε ολοκληρωθεί το 131 μ.Χ., όταν ο αυτοκράτορας επισκέφθηκε την Αθήνα για να εγκαινιάσει τον ναό και, καθώς φαίνεται, πέρασε κάτω από την αψίδα κατά την είσοδό του στο ιερό του Διός.

Η σταδιακή καταστροφή του Ολυμπιείου στις περιόδους που ακολούθησαν οφειλόταν μάλλον σε φυσικά αίτια (σεισμούς), ενώ σοβαρώτατες βλάβες προξένησαν και οι Τούρκοι, οι οποίοι μετέβαλαν τους κίονες σε ασβέστη για την αντιμετώπιση οικοδομικών αναγκών.

Στους τελευταίους χρόνους της Τουρκοκρατίας ένας μοναχός, γνωστός ως Στυλίτης, είχε εγκαταστήσει επάνω στο επιστύλιο των δυτικότερων κιόνων της νοτιοδυτικής γωνίας του ναού το κελί του, τα ερείπια του οποίου ήταν ορατά έως την εποχή του Όθωνος.

Η Ακρόπολη των Αθηνών μιας άλλης εποχής (Συγκλονιστικοί Πίνακες Ζωγραφικής)


Ernst Carl Eugen Koerner: Άποψη της Ακρόπολης

Η Αθήνα είναι η πόλη με τη μεγαλύτερη ιστορία της Ευρώπης, και μιας από τις μεγαλύτερες του κόσμου, αφού κατοικείται συνεχώς για πάνω από 3.000 χρόνια. Η πόλη κατάφερε να γίνει η ηγετική πόλη της Αρχαίας Ελλάδας στην πρώτη χιλιετία π.Χ., ενώ τα πολιτιστικά της επιτεύγματα κατά τη διάρκεια του 5ου αιώνα π.Χ. έθεσαν τα θεμέλια του δυτικού πολιτισμού.

Ο χορός στην Αρχαία Ελλάδα

Από τα πανάρχαια χρόνια ο χορός υπήρξε το σύμβολο της συνειδητής παρουσίας της ζωής. Το όργανο που χρησιμοποιεί ο χορός είναι το ανθρώπινο σώμα. Ο Χορός είναι τελετή, είναι συμμετοχή και όχι θέαμα. Είναι δεμένος στενά με τη θρησκεία με τη γιορτή, τη δουλειά, με τον έρωτα, με τον θάνατο.
Οι άνθρωποι χόρεψαν τον πόλεμο, την ειρήνη, το γάμο, το θερισμό, τη σπορά, χόρεψαν τη φύση.

Ο χορός έχει μια δύναμη που υπερβαίνει το νόημα των λέξεων. Χάρη στο ρυθμό και την ιδιορρυθμία του αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της ύπαρξής μας, διότι προτού θεωρηθεί τέχνη είχε προορισμό πολύ πιο ζωτικό και αναγκαίο. Στις πρώτες εκδηλώσεις του στους πρωτόγονους λαούς ο άνθρωπος απευθυνόταν στον χορό για να αυξήσει τις δυνάμεις του, με το χορό προσπαθούσε  να αντιδράσει σε ότι του ήταν αδύνατο να πολεμήσει με τις δικές του δυνατότητες, στο χορό εύρισκε διέξοδο στις φυσικές ή στις πνευματικές αδυναμίες του. Με αυτόν τον τρόπο προσπαθούσαν αλλά και επιθυμούσαν επίσης, να ευχαριστήσουν να εξευμενίσουν ή και να προδιαθέσουν οι άνθρωποι  τους θεούς τους.

Στους αρχαίους πολιτισμούς σ’ ολόκληρο τον κόσμο παρατηρούμε ότι ο άνθρωπος χορεύει τις περισσότερες φορές από θρησκευτική ανάγκη, επωφελείται από το χορό  και από τον ερεθισμό που του προκαλεί. Μέσα σε αυτούς τους πολιτισμούς, μέσα σε αυτές τις δομημένες κοινωνίες του παρελθόντος μπορούμε να συναντήσουμε κάποιους στόχους του χορού:
Πρώτα απ’ όλα ο άνθρωπος μπορεί και χορεύει κάθε στιγμή, επειδή κάθε στιγμή μπορεί να είναι γι’ αυτόν μια τελετουργική στιγμή.

Έπειτα διότι είναι μια μορφή κοινωνικής επιβεβαίωσης, ένα μέσο έκφρασης της φυλετικής αφοσίωσης και δύναμης.

Είναι ακόμη ένα μέσο θρησκευτικής λατρείας κι ένας άμεσος τρόπος επικοινωνίας με τους θεούς σαν μορφή ιεροτελεστίας.

Και μπορεί επίσης να χρησιμεύσει σαν μέσο έκφρασης της φυσικής διαχυτικότητας, της δύναμης και της ευκαμψίας.

Στην αρχαία Ελλάδα ο χορός κατείχε πρωταρχική θέση και γνώρισε μεγάλο σεβασμό.
Πίστευαν οι αρχαίοι ότι τα άστρα και οι πλανήτες του ουρανού εκτελούσαν κάποιου είδους κοσμικό χορό. Οι αρχαίοι Έλληνες δεν αντιλαμβάνονταν το χορό σαν ξεχωριστή υπόσταση. Αντί γι’ αυτό ήταν στενά συνδεδεμένος με άλλα είδη εμπειριών. Έτσι η λέξη «ορχείσθαι» που μεταφράζεται «χορεύω» είναι ρυθμικές κινήσεις από τα μέρη ή και ολόκληρου του σώματος.. Επίσης η λέξη «Μουσική» η τέχνη των Μουσών περιλάμβανε τη μουσική, την ποίηση και τον χορό που για τους Έλληνες εκείνης της εποχής ήταν όλα μέρος του ίδιου πράγματος.


Οι πηγές για τον αρχαίο ελληνικό χορό είναι πολλές. Ξέχωρα από τις φιλολογικές πηγές, είναι τα λόγια από τα τραγούδια που γράφτηκαν για χορό, στίχοι ποίησης όπως π.χ. τα Ομηρικά έπη, τα γραπτά των φιλοσόφων και μορφές γραπτού λόγου από ιστορικούς διαφόρων χρονικών περιόδων.

Οι αρχαιολογικές πηγές μας δίνουν πληθώρα πληροφοριών όπου περιλαμβάνουν αγάλματα, ανάγλυφα, ξυλόγλυπτα, τοιχογραφίες, πήλινα αγγεία, που όλα μας δίνουν πραγματικές απεικονίσεις του χορού.


 Αυτές οι πηγές επίσης μας αναφέρουν ότι από τις πιο συνηθισμένες χρήσεις του χορού στην 
ζωή των αρχαίων Ελλήνων ήταν στην εκπαίδευση. Οι επιφανέστεροι Έλληνες φιλόσοφοι ενίσχυσαν σθεναρά αυτή την τέχνη, ως μία ιδανική ολοκλήρωση του σώματος και του πνεύματος. Ο Αριστοτέλης όρισε την εκπαίδευση σαν ένα μείγμα μουσικής και γυμναστικής, ενώ οΣωκράτης υποστήριζε ότι πρέπει να διδάσκεται ευρύτερα, λέγοντας ότι εκείνοι που τιμούν τους θεούς με το χορό είναι και οι καλύτεροι στον πόλεμο. Ο Πλάτωνας έγραψε «το να τραγουδάει και να χορεύει ωραία κανείς σημαίνει ότι έχει καλή παιδεία» αφιερώνοντας ένα μεγάλο μέρος της προσοχής του στη σημασία του χορού για την εκπαίδευση στην πραγματεία του  των «Νόμων».

Δίνει έμφαση στο γεγονός ότι υπάρχουν δύο είδη χορού και μουσικής: το ευγενικό που έχει σχέση με το ωραίο και το έντιμο και το μη ευγενικό, αυτό που μιμείται το άθλιο ή άσχημο .

Στους «Νόμους» ο Πλάτωνας αναφέρει ότι «ο χορός προέκυψε από τη φυσική επιθυμία των νεαρών πλασμάτων να κινήσουν τα σώματά τους για να εκφράσουν διάφορα συναισθήματα και ειδικά τη χαρά. Και συνεχίζει λέγοντας ότι θα έπρεπε όλα τα παιδιά, αγόρια και κορίτσια να είναι όμοια εκπαιδευμένα με ανώτερη μουσική και χορό…

Επίσης αναφέρει ότι η αίσθηση της αρμονίας και του ρυθμού που πράγματι συνθέτουν χορούς
από τις φυσικές και ενστικτώδεις κινήσεις είναι χάρισμα των θεών και των Μουσών.

Η μουσική και ο χορός θα έπρεπε να είναι αφιερωμένα στους θεούς … εφόσον οι ίδιοι οι θεοί χορεύουν και «δημιουργούν» χορούς… 
Οι ανώτεροι χοροί θα πρέπει να επιδρούν πάνω στο μαθητή, όχι μόνο στην υγεία, στη χάρη και την ομορφιά του σώματος, αλλά και στην καλοσύνη της ψυχής και την ισορροπία του πνεύματος…»
Ανάλογα με το χαρακτήρα του κάθε χορού, ο Πλάτων τους διαιρεί σε τρεις κατηγορίες:

α) τους Πολεμικούς,  β) τους Θρησκευτικούς,  γ) τους Ειρηνικούς.


Οι πολεμικοί χοροί είχαν σαν σκοπό την προπαρασκευή των ανδρών για τον πόλεμο και τους αγώνες. Ο αρχαιότερος πολεμικός χορός είναι ο χορός των «Κουρητών». Σύμφωνα με τη μυθολογία οι ίδιοι οι θεοί δίδαξαν το χορό στους ανθρώπους. Και είναι η Ρέα αυτή που σύμφωνα με την παράδοση έμαθε το χορό στους Κουρήτες (που το όνομα τους σημαίνει νέοι) στο νησί της Κρήτης για να καλύψουν με το θόρυβο των ασπίδων και των ξιφών τους το κλάμα του μικρού παιδιού του Δία για να το γλιτώσουν από τον πατέρα του τον Κρόνο που καταβρόχθιζε τα παιδιά του και να μην χάσει το θρόνο του.
Ένας επίσης από τους πιο σπουδαίους χορούς είναι ο «Πυρρίχιος» που κατά τον Πλάτωνα είναι μια μίμηση του πολέμου, μια αναπαράσταση των φάσεων του με τη συνοδεία αυλού ή λύρας και τραγουδιών. Η ονομασία του προέρχεται από τη λέξη «πυρ» και σημαίνει τον κόκκινο χορό.

Κατά μία άλλη εκδοχή τον χορό αυτό τον επινόησε ο Πύρριχος που ήταν γιος του Αχιλλέα ή κατ’ άλλους ήρωας της Κρήτης. Ο Πυρρίχιος ήταν γνωστός σ’ ολόκληρη την αρχαία Ελλάδα. Στην Σπάρτη τον θεωρούσαν προγύμνασμα του πολέμου και τον χόρευαν στη γιορτή των Διόσκουρων,  ενώ στην Αθήνα τον χόρευαν στις γιορτές των Παναθηναίων.



Οι χορευτές χόρευαν τον Πυρρίχιο πάνοπλοι. Αρχικά γινόταν ένα είδος παρέλασης με στροφές με στροφές προς τα πλάγια (έκνευση), οπισθοχωρήσεις (ύπειξη) άλματα σε ύψος και χαμηλώματα (ταπείνωση). Ακολουθούσαν οι κινήσεις της επίθεσης, οι στάσεις της άμυνας και γενικά όλες οι κινήσεις του πολεμιστή, όπως η στιγμή που ρίχνει το ακόντιό του, το τόξο του, ή κινήσεις με τη λόγχη του.  Οι κινήσεις αυτές  ήταν ρυθμικές προσαρμοσμένες στον ήχο που προκαλούσαν τα χτυπήματα των όπλων (κλαγγή).

Ειδικά στα αγόρια ο χορός διδάσκονταν σαν ένα βοήθημα στη στρατιωτική εκπαίδευση στην Αθήνα και τη Σπάρτη. Στην «παλαίστρα» και στο «γυμνάσιο» λάβαιναν μέρος σε πυρρίχιους και σε άλλους χορούς που ήταν σχεδιασμένοι για την προετοιμασία τους στην εκτέλεση των κινήσεων της μάχης και ανήκαν σε διάφορες κατηγορίες όπως:

Ποδισμός: (γρήγορη μεταβολή των κινήσεων των ποδιών, για να ασκηθεί ο πολεμιστής σε μάχη σώμα με σώμα).

Ξιφισμός: Κατ’ απομίμηση μάχη, στην οποία ομάδες από νέους ασκούνταν στην πολεμική τέχνη με χορευτική μορφή.

Ώμος: Μεγάλα άλματα με κοντάρι, για να προετοιμασθούν στην υπερπήδηση ψηλών κορμών ή για το σκαρφάλωμα σε τοίχους και φρούρια.

Τετράκομος: Επιβλητικοί σχηματισμοί ομάδων από στρατιώτες που προχωρούσαν μαζικά κατά του εχθρού ή προστάτευαν τους εαυτούς τους μέσω των διασταυρωμένων ασπίδων.

Υπήρχε όπως λέγεται κι ένας πολεμικός γυναικείος χορός προς τιμή της θεάς Άρτεμης, τον 
οποίο είχαν ιδρύσει και είχαν χορέψει για πρώτη φορά στην Έφεσο οι Αμαζόνες.

Πολλοί από τους πολεμικούς χορούς μετατρέπονται σε θρησκευτικούς  (π.χ.  διονυσιακοί χοροί  όπως ο διθύραμβος).

Ο πολεμιστής, ο χορευτής κάνει ορισμένες κινήσεις που είναι σαν να προσπαθεί μέσα στη μάχη να πετάξει ή να αφαιρέσει το βάρος από το σώμα του προσπαθώντας να αψηφήσει το νόμο της βαρύτητας για να ξεφύγει από το χώμα. Ταυτόχρονα αυτά τα άλματα, αυτές οι κινήσεις γίνονται στην προσπάθεια να ξυπνήσουν τις χθόνιες ενέργειες τις γήινες ενέργειες να αποκτήσουν δύναμη όχι μόνο από τον ουρανό αλλά και από τη γη.

Σε τόσο μεγάλη εκτίμηση είχαν το χορό ώστε ήταν συνήθεια γενικά παραδεκτή για τους φιλόσοφους, τους πολιτικούς, τους στρατηγούς και άλλες εξέχουσες προσωπικότητες στον αιώνα του Περικλή να εκτελούν μόνοι τους χορούς μπροστά σε κοινό πολλών χιλιάδων, σε δημόσιες στιγμές, στην επιστροφή από μια στρατιωτική εξόρμηση ή νίκη. Ο Σοφοκλής ενώ ήταν ακόμη νέος διαλέχτηκε για να παίξει τη λύρα και να οδηγήσει το χορό της νίκης μετά από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας.

 Ο Λουκιανός σημείωνε ότι οι Έλληνες αξιολογούσαν το χορό σε τέτοιο βαθμό ώστε:


«… οι ευγενέστερες και μεγαλύτερες προσωπικότητες σε κάθε πόλη είναι οι χορευτές, οι οποίοι ντρέπονται τόσο λίγο γι’ αυτό, ώστε να επιδοκιμάζουν τον εαυτό τους περισσότερο για την επιδεξιότητά τους, παρά για το ότι είναι ευγενείς».



 Για τους θρησκευτικούς χορούς επίσης υπάρχουν αρκετές πληροφορίες.
Σχεδόν όλοι αυτοί οι χοροί είχαν ιδιαίτερη μυστικιστική σημασία και προσπαθούσαν να περάσουν μηνύματα στους ανθρώπους στο να μπορέσουν να δουν ότι αποτελούν και αυτοί αναπόσπαστο κομμάτι της φύσης. Ο άνθρωπος μπορεί να χορεύει την εξέλιξη την προσωπική, την εξέλιξη της ψυχής, την εξέλιξη του Σύμπαντος και η ιστορία μας δείχνει κυκλικούς χορούς ή σπειροειδής μορφής. Ακόμα και σήμερα σε διάφορα μέρη της Ελλάδας χορεύεται ο χορός του Θησέα ή αλλιώς ο χορός του Λαβύρινθου. (Στους παραδοσιακούς δημοτικούς μας χορούς λέγεται ότι η παραλλαγή του είναι ο χορός Γέρανος).

 Είναι ακριβώς αυτός ο λαβύρινθος ένα από τα σύμβολα της εξέλιξης του ανθρώπου.  Όπως ο άνθρωπος που με κυκλικές μορφές πηγαίνει στο βάθος του εαυτού του, βγαίνει και συνεχίζει ώσπου νικάει τον Μινώταυρο, σύμφωνα με τον μύθο. Κι έρχεται η δεύτερη φάση του χορού, που ο άνθρωπος νικάει τον λαβύρινθο, βγαίνοντας από εκεί νικητής.

Δεν υπάρχουν στην αρχαιότητα μυστήρια και θρησκευτικές τελετές που να μη συνοδεύονται από το χορό. Όλοι δε όσοι θεμελίωσαν τέτοια μυστήρια, (όπως ο Ορφέας, ο Μουσαίος κ.α ) ήταν απαραίτητο να μυηθούν στο ρυθμό και στο χορό.

Οι χοροί αυτοί εκτελούνται από πιστούς άνδρες και γυναίκες γύρω από το βωμό της  εκάστοτε θεότητας με συνοδεία από ειδικά τραγούδια και ύμνους στους οποίους μάλιστα οφείλουν συχνά το όνομά τους.

:Οι γνωστότεροι από αυτούς ήταν οι εξής

Ο Παιάν που τον τραγουδούσαν και τον χόρευαν στην αρχή προς τιμή του Απόλλωνα για να σταματήσουν οι ασθένειες και αργότερα προς τιμή και άλλων θεών όπως του Ασκληπιού ,  του Πάνα,  της Αθηνάς και άλλων.

 Ήταν μία δέηση ή μια προσευχή για την καταπολέμηση των ασθενειών.

 Αργότερα τον χόρευαν για να εκφράσουν τη χαρά, την επιτυχία ή τη νίκη τους.
 Υπάρχουν επίσης πλήθος από χορούς που χόρευαν οι γυναίκες προς τιμή της εκάστοτε θεότητας όπως τα Άνθεα και τα Παρθένεια που ήταν αφιερωμένοι στην Ήρα, ο χορός των Πεπλοφόρων για τη Δήμητρα και φορούσαν τα πέπλα σε ανάμνηση της θεάς που καλυμμένη με πέπλο αναζητούσε την κόρη της, ο χορός της Καλαθίσκου που ονομάστηκε από το χαρακτηριστικό καπέλο που φορούσαν οι κοπέλες όταν χόρευαν.

 Στους θρησκευτικούς χορούς εντάσσονται και οι Διονυσιακοί χοροί που είχαν το οργιαστικό τυπικό προσπαθώντας να φτάσουν όσο το δυνατό πιο πολύ τους Βάκχους και τις Μαινάδες.
Τους ειρηνικούς χορούς τους διαιρούμε σε χορούς ιδιωτικής ζωής και σε χορούς θεάτρου.  Οι χοροί της ιδιωτικής ζωής χωρίζονται  σε τρεις βασικές κατηγορίες:

 α) τους χορούς των συμποσίων,  β) τους χορούς των γάμων, γ) τους χορούς του πένθους.
 Οι χοροί των συμποσίων είναι γνωστοί από την Ομηρική Εποχή. Τους εκτελούσαν είτε επαγγελματίες, είτε οι προσκαλεσμένοι ιδιώτες. Συνήθως οι επαγγελματίες ήταν γυναίκες ορχηστρίδες που εκτελούσαν τους χορούς κρατώντας κρόταλα.

 Και οι γαμήλιοι χοροί αναφέρονται στον Όμηρο όπου οι νέοι και νέες χορεύουν και 
τραγουδούν με συνοδεία αυλού ή λύρας το βράδυ του γάμου.


Οι χοροί του πένθους ήταν κυρίως ρυθμικοί βηματισμοί όπου οι χορευτές με τα χέρια υψωμένα έτσι ώστε το ένα να αγγίζει το κεφάλι και το άλλο να είναι λίγο πιο ψηλά ακολουθούσαν θρηνώντας την εκφορά του νεκρού.


 Το ελληνικό θέατρο ήταν στενά συνδεδεμένο με το ξεκίνημα του χορού.
Οι θεατρικοί χοροί εκτελούνταν με συνοδεία τραγουδιού από τους υποκριτές οι οποίοι ειδικά λέγονται ορχηστές και διαιρούνται στις εξής κατηγορίες:

 α) χορό της τραγωδίας, β) της κωμωδίας, γ) χορό της σατυρικής ποίησης.
 Ο Αριστοτέλης αναφέρει ότι η ελληνική τραγωδία προήλθε από το διθύραμβο, στη διάρκεια του οποίου οι ανοιξιάτικες τελετουργίες της γονιμότητας και της αναγέννησης έπαιρναν τυπικό χορικό και δραματικό χαρακτήρα, ώστε τελικά να αποκτήσουν τη μορφή έργου. Ο αρχαίος κοινός χορός που γινόταν στην ορχήστρα, κατέληξε να γίνει ο χορός, που ήταν ένα ουσιώδες στοιχείο του ελληνικού δράματος.

 Υπήρχαν συγκεκριμένοι τύποι χορών στο ελληνικό δράμα:

 Η Εμμέλεια που συμπεριλάμβανε έναν κώδικα συμβολικών χειρονομιών, μέσω του οποίου ο χορευτής μπορούσε να δώσει μια ολόκληρη ιστορία ενός δραματικού έργου, χωρίς να μιλήσει.

Ο Κόρδαξ που ήταν ο χαρακτηριστικός χορός της κωμωδίας και έχει περιγραφεί ως πρόστυχος και άσεμνος όπου περιλάμβανε περιστροφές του σώματος με υπονοούμενα.

Ο Σίκιννης ήταν ο αντιπροσωπευτικός των ελληνικών σατιρικών έργων του 6ου αιώνα π.Χ.   Ήταν ζωηρός, ρωμαλέος, άσεμνος, με πολλές χειρονομίες και ακροβατικά. Συχνά αναπαριστούσε σατιρικά, μυθολογικά θέματα. Ήταν ο χορός των Σατύρων και των Σειληνών που συνοδεύονταν από αστεία και πειράγματα.

Ο χορός λοιπόν για τους αρχαίους Έλληνες ήταν ένας ολοκληρωμένος τρόπος να ζούνε τον κόσμο γιατί ήταν γνώση, τέχνη και θρησκεία ταυτόχρονα. Ήταν η πλήρης σοφία που αποτελούσε τη δημιουργική δύναμη του κάθε ανθρώπου που ολοένα αναγεννιέται και δρα στην ψυχή του. Έτσι η παράδοση ενεργοποιεί το μύθο, την πράξη του να ξαναζείς την αρχή, το ξεκίνημα του ανθρώπου και του θείου που ο ίδιος ο άνθρωπος φέρνει μέσα του και αυτό που είναι το μέλλον του, η δική του εξέλιξη.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Οι Τελετουργικοί Χοροί στους Αρχαίους ΠολιτισμούςΜαρία Χιμένεθ ΠλάναΕκδόσεις Νέα Ακρόπολη
Ο Χορός στη ΖωήΡοζε ΓκαρωντυΕκδόσεις Ηριδανος

Ιστορία του Χορού, Ρίτσαρντ ΚράουςΕκδόσεις Νεφέλη
Ο Χορός Ιστορία - Εκπαίδευση - Δημιουργία, Καίτη ΤσιλιμιγκραΕκδόσεις Μέλισσα

Οι Λαϊκοί Χοροί - Ένας Ζωντανός Δεσμός με το ΠαρελθόνΔώρα ΣτράτουΕκδόσεις Αθήνα
Ο Χορός, Μπουσιώτης ΑνδρέαςΕκδόσεις Αθήνα
Οι Ελληνικοί Χοροί, Λυκεσας ΓιώργοςΕκδόσεις University Studio Press
Ο Πυρρίχιος ΧορόςΑθανασιάδης Δημήτριος - Έδεσσα

Ελληνική Μυθολογία, Εκδοτική Αθηνών


Λαϊκή κυριαρχία στην αρχαία Αθήνα

Η Δημοκρατία και η κορυφαία έκφρασή της, οι εκλογές, αποτελούν ελληνική έμπνευση. Καθιερώθηκαν το 508 π.Χ. με εισήγηση του Κλεισθένη, όμως, η ζύμωση είχε ξεκινήσει πολύ νωρίτερα

Ο σοφός Σόλων, από το 594 π.Χ., είχε ήδη επιβάλει την αρχή της λαϊκής κυριαρχίας και μάλιστα σε μια εποχή κατά την οποία σε Ασία και Αφρική οι απόλυτοι μονάρχες ούτε καν διανοούνταν να ρωτήσουν κάποιον, πέρα από τους επαγγελματίες συμβούλους τους.

Ανάμεσα στα άλλα, ο Σόλων επέβαλε και την Εκκλησία του Δήμου, μια αναβίωση των συνελεύσεων της ομηρικής εποχής αλλά με καθορισμένα και καταλυτικά καθήκοντα. Τους νόμους πια τους ψήφιζε η Βουλή των 400 (εκατό από κάθε φυλή) αλλά κι αυτής οι αποφάσεις υπόκειντο στην έγκριση της Εκκλησίας του Δήμου, όπου δικαίωμα συμμετοχής είχαν όλοι οι ελεύθεροι πολίτες, ανεξάρτητα από το μέγεθος της περιουσίας τους.

Μεσολάβησε, βέβαια, η «τυραννίδα» του Πεισίστρατου, αλλά αφότου το 514 π.Χ. οι τυραννοκτόνοι Αρμόδιος και Αριστογείτων κατάφεραν να σκοτώσουν τον αδερφό του Ιππαρχο, ο Ιππίας, γιος και διάδοχος του τυράννου έγινε ακόμα πιο καταπιεστικός.

Ξεγελώντας τους Θεούς

Αντιμέτωπος με τα δεινά της τυραννίας ο Αλκμεωνίδης Κλεισθένης κατέφυγε στην παλιά τέχνη των Αθηναίων: τη δωροδοκία. Είχε αναλάβει να κατασκευάσει καινούριο ναό του θεού Απόλλωνα στους Δελφούς. Το συμβόλαιο προέβλεπε να χτιστεί ο ναός με πωρόλιθο. Ο Κλεισθένης, όμως, ναύλωσε πλοία και τα έστειλε στην Πάρο να φορτώσουν από το φημισμένο της μάρμαρο. Οταν τα πλοία έφτασαν στο λιμάνι κι άρχισαν να ξεφορτώνουν το πολύτιμο φορτίο, οι προϊστάμενοι της Πυθίας τον ρώτησαν για πού προορίζεται.

Ο Κλεισθένης απάντησε: «Σκέφτηκα πως η κατοικία του θεού Απόλλωνα δεν μπορεί να είναι φτιαγμένη από ασήμαντο πωρόλιθο. Του πρέπει μαρμάρινη και μάλιστα από το πιο φημισμένο υλικό. Δεν θα σας κοστίσει ούτε μια μνα παραπάνω. Ομως, όποτε έρχονται εδώ Σπαρτιάτες για να ζητήσουν χρησμό, κάποιος να προσθέτει στα λόγια της Πυθίας μια φρασούλα: Η Σπάρτη να βοηθήσει τους Αθηναίους να διώξουν τον Ιππία». Συμφώνησαν.

Ο Κλεισθένης μπορούσε να υπερηφανεύεται ότι ήταν ο πρώτος Αθηναίος που κατάφερε να δωροδοκήσει έναν θεό. Τον Απόλλωνα! Με το «πες, πες», λοιπόν, στη Λακωνία άρχισε να δημιουργείται ρεύμα κατά του Ιππία, παρ' όλο που ο ίδιος ήταν «κολλητός» με τους εκεί βασιλιάδες. Οργανώθηκε ένα εκστρατευτικό σώμα με αρχηγό τον Αγχίμολο, επιβιβάστηκε στα πλοία και κατευθύνθηκε στο Φάληρο.

Λαϊκή κυριαρχία στην αρχαία Αθήνα

Την ίδια στιγμή, ο Ιππίας ειδοποίησε τους φίλους στη Θεσσαλία με πρώτο να καταφτάνει τον ταγό Κινέα με χίλιους καβαλάρηδες. Οταν οι Σπαρτιάτες αποβιβάστηκαν, το θεσσαλικό ιππικό έπεσε πάνω τους και τους τσάκισε. Ο Αγχίμολος σκοτώθηκε στη μάχη και όσοι σώθηκαν, γύρισαν με τα πλοία στη Σπάρτη. Εκεί, ο λαός ζητούσε εκδίκηση.

Ο βασιλιάς Κλεομένης μπήκε επικεφαλής του στρατού και στη μάχη που έγινε στην Αττική οι Θεσσαλοί κατατροπώθηκαν. Ο Κινέας το έσκασε στην πατρίδα του και ο Ιππίας με τους μισθοφόρους του οχυρώθηκαν στην ακρόπολη όπου Σπαρτιάτες κι αθηναϊκός λαός τους πολιόρκησαν. Ο Ιππίας θέλησε να φυγαδεύσει την οικογένειά του αλλά τελικά τον συνέλαβαν και τον υποχρέωσαν να δεχτεί συμφωνία.

Αφού ο τύραννος έφυγε, οι φυγάδες και οι εξόριστοι ξαναγύρισαν στην Αθήνα. Μαζί τους και οι Αλκμεωνίδες με αρχηγό τον Κλεισθένη. Τρεις νόμοι πέρασαν με συνοπτικές διαδικασίες: Διαγραφή από τους καταλόγους πολιτών όλων εκείνων που είχαν γίνει Αθηναίοι παράνομα, στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων όλων εκείνων που είχαν στηρίξει τη δικτατορία και απαγόρευση των βασανιστηρίων. Ομως, στις εκλογές για την ανάδειξη νέου επώνυμου άρχοντα, ο Κλεισθένης έχασε. Τις κέρδισε ο επικεφαλής των αριστοκρατών Ισαγόρας.

Ο Κλεισθένης δεν πτοήθηκε. Ως απλός πολίτης, εισηγήθηκε στην Εκκλησία του Δήμου σειρά μέτρων που καταργούσαν την οργάνωση του κράτους με βάση τις φατρίες κι αναδείκνυαν τον πολίτη ενεργό κύτταρο της πόλης, ενώ παράλληλα πρότεινε τη δημιουργία της Βουλής των 500, που θα εκλέγονταν και ουσιαστικά θα κυβερνούσαν. Οι προτάσεις του εγκρίθηκαν κι έγιναν νόμοι του κράτους. Ηταν το 508 π.Χ. κι έτσι γεννήθηκε στην Αθήνα η Δημοκρατία πριν από 2.515 χρόνια.

Το καλό το παλικάρι...

Ο Ισαγόρας γρήγορα κατάλαβε ότι βρέθηκε με έναν τίτλο χωρίς αντίκρισμα αφού η εξουσία είχε περάσει στη Βουλή και στην Εκκλησία του Δήμου, έτσι, κατέφυγε κι αυτός στη δωροδοκία. Η σύζυγος του βασιλιά της Σπάρτης, Κλεομένη, ανήκε στην κατηγορία των γυναικών που δύσκολα θα μπορούσε κάποιος να τις πει όμορφες. Αντίθετα, η σύζυγος του Ισαγόρα ήταν ονομαστή για τα κάλλη της. Ο Κλεομένης εντυπωσιάστηκε όταν την είδε και ο Ισαγόρας δεν είχε κανένα ενδοιασμό. Σ ελάχιστο χρονικό διάστημα, το «παράνομο ζευγάρι» ήταν γεγονός και ο Ισαγόρας πήρε την εξουσία της Αθήνας με τα όπλα του Σπαρτιάτη βασιλιά.

Αρχικά, εξόρισε την οικογένεια των Αλκμεωνίδων και τον αρχηγό της, μαζί με ακόμη 700 οικογένειες αντιπάλων του. Μετά, θέλησε να καταργήσει την εκλεγμένη Βουλή και να διορίσει τριακόσιους δικούς του. Ομως, η νεαρή Δημοκρατία δεν κατέθεσε τα όπλα. Βουλευτές και λαός ξεσηκώθηκαν και πολιόρκησαν τους δύο βασιλείς και τους δικούς τους που οχυρώθηκαν στην ακρόπολη.

Ο Κλεομένης σκέφτηκε το ζήτημα. Καλή η κυρία του Ισαγόρα αλλά αυτός είχε μπλέξει άσχημα και καμία όρεξη δεν είχε να βλέπει τους άνδρες του να σκοτώνονται για το ποιος θα έχει το πάνω χέρι στην εξουσία της Αθήνας. Δυο μέρες μετά το κλείσιμό του στον ιερό βράχο, ήρθε σε επαφή με τους πολιορκητές οι οποίοι δέχτηκαν να τον αφήσουν να επιστρέψει με τον στρατό του στη Σπάρτη. Μέσα στη σύγχυση, ο Ισαγόρας βρήκε ευκαιρία να το σκάσει αλλά οι οπαδοί του πέρασαν από δίκη και καταδικάστηκαν σε θάνατο. Ο Κλεισθένης ξαναγύρισε θριαμβευτής. Με τις εισηγήσεις του που ψηφίστηκαν χωρίς τροπολογίες, το νέο πολίτευμα, η Δημοκρατία, ολοκληρώθηκε και παγιώθηκε, δίχως όμως αυτό να σημαίνει ότι ξεπέρασε και τους κινδύνους.

Στη Σπάρτη, ο Κλεομένης δεν μπορούσε να χωνέψει ότι ουσιαστικά έγινε υποχείριο των Αθηναίων που τον χρησιμοποίησαν για να απαλλαγούν από τον φίλο του, Ιππία. Συνεννοήθηκε με τους Βοιωτούς και τους Χαλκιδείς να χτυπήσουν από τα βόρεια, ενώ ο ίδιος με τους Πελοποννήσιους πέρασε τον Ισθμό. Η αθηναϊκή Δημοκρατία για ακόμη μια φορά αποδείχτηκε ατσάλινη. Ο Κλεομένης γύρισε στη Σπάρτη και ξεκάθαρα, ανακοίνωσε την πρόθεσή του να παλινορθώσει τον Ιππία.

Ο εκπρόσωπος των Κορινθίων, Σωσικλής, έβαλε τα πράγματα στη θέση τους λέγοντας: «Αν σας αρέσει τόσο πολύ η τυραννίδα, εφαρμόστε την πρώτα στη Σπάρτη και μετά προσπαθήστε να την επιβάλετε και αλλού». Το συνέδριο διαλύθηκε. Ηταν το 506 π.Χ. Ο Κλεισθένης έζησε τιμημένος την υπόλοιπη ζωή του. Η εγγονή του, Αγαρίστη, παντρεύτηκε τον Ξάνθιππο. Στα 490 π.Χ. το ζευγάρι ευτύχησε να αποκτήσει ένα γιο. Ηταν ο Περικλής, ο άνθρωπος που οδήγησε την Αθηναϊκή Δημοκρατία στον χρυσό της αιώνα.

Ομως, στη δεύτερη δεκαετία του 5ου αιώνα, πριν ακόμα να γίνει χρυσός, δυο κόμματα ανταγωνίζονταν για την εξουσία στην εκκλησία του δήμου. Το δημοκρατικό με αρχηγό τον Θεμιστοκλή και το αριστοκρατικό με τον Αριστείδη. Οι καβγάδες τους θυμίζουν σύγχρονη ελληνική Βουλή σε συζήτηση σε επίπεδο αρχηγών πριν από την ημερήσια διάταξη. Κι όταν ο Θεμιστοκλής έλεγχε την εξουσία, το ρουσφέτι πήγαινε σύννεφο. Σε μια συνέλευση της εκκλησίας του δήμου, ο Αριστείδης τον κατηγόρησε ανοιχτά ότι χαρίζεται στους δικούς του. «Μα, αν δεν βολέψω τους φίλους μου τώρα που είμαι στα πράγματα, πότε θα τους βολέψω;», απάντησε αφοπλιστικά εκείνος.

Σε άλλη περίπτωση, ο Θεμιστοκλής εισηγήθηκε έναν νόμο. Ο Αριστείδης θύμωσε, επειδή δεν το είχε σκεφτεί εκείνος. Σηκώθηκε κι άρχισε να ρητορεύει εναντίον της εισήγησης του Θεμιστοκλή. Η εκκλησία πείστηκε και τον απέρριψε. Μετά τη συνεδρίαση, ο Αριστείδης είχε τύψεις. Το απόγευμα, τον άκουσαν να φωνάζει: «Αθηναίοι, ένας μόνον τρόπος υπάρχει να γλιτώσετε. Να πάρετε και τον Θεμιστοκλή κι εμένα και να μας φουντάρετε στη θάλασσα».

Οι αρχαίοι ημών πρόγονοι εφηύραν το λάδωμα, εφηύραν τα κόμματα και το ρουσφέτι αλλά εφηύραν και την ειλικρίνεια.


Η έννοια του Έθνους στην Αρχαία Ελλάδα

Επειδή έχουμε φτάσει στο σημείο, όπου θα πρέπει να δίνονται απαντήσεις και για τα πλέον αυτονόητα, κι επειδή η προπαγάνδα όταν μένει αναπάντητη, ισχυροποιείται στον μέσο νου ως η απόλυτη αλήθεια, καλό θα είναι να δοθεί ένα τέλος σ’ αυτόν τον στείρο «αντιαρχαιοελληνισμό» (το άλλο άκρο της προγονολατρείας) που έρπει, καιρό τώρα στα διάφορα μονοπάτια του διαδικτύου και όχι μόνο.

Ο ναός της Αρτέμιδας στην Έφεσο

Ο ναός της Αρτέμιδος βρισκόταν στην Έφεσο της σημερινής Τουρκίας. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι χρειάστηκαν 120 χρόνια για να αποπερατωθεί ενώ είχε αρχικά ξεκινήσει από τον βασιλιά της Λυδίας, Κροίσο. Ο ναός κτίστηκε από μάρμαρο και ασβεστόλιθο, υλικά που μεταφέρθηκαν από γειτονικούς λόφους. Κάπου 120 μαρμάρινοι κίονες υποστήριζαν το κύριο τμήμα του ναού.

Κάθε κίονας είχε ύψος 20 μέτρα. Οι τεράστιοι ογκόλιθοι μεταφέρθηκαν εκεί με τροχαλίες και συνδέθηκαν με μεταλλικούς πείρους. Μετά την ολοκλήρωση της οροφής καλλιτέχνες διακόσμησαν το κτίριο με υπέροχες γλυπτές παραστάσεις. Στη μέση του ναού υπήρχε το μαρμάρινο άγαλμα της Άρτεμης.

Ο ναός υπήρξε από τους μεγαλύτερους του κλασικού κόσμου, πολύ μεγαλύτερος από τον Παρθενώνα που χτίστηκε αργότερα στην Αθήνα. Η βάση των θεμελίων του είχε μήκος 131 μέτρα και πλάτος 79 μ. Το 356 π.Χ. ο ναός καταστράφηκε από πυρκαγιά. Τη φωτιά την έβαλε κάποιος Ηρόστρατος, που θέλησε με τον τρόπο αυτό να γίνει διάσημος.

Κατά σύμπτωση, την ημέρα της καταστροφής του ναού, γεννήθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος. Αργότερα, ο Αλέξανδρος επισκέφτηκε την Έφεσο και έδωσε διαταγής να οικοδομηθεί και πάλι ο ναός, στην ίδια θέση. Ο ναός του Αλέξανδρου επέζησε μέχρι τον 3ο μ.Χ. αιώνα. Με το πέρασμα του χρόνου η λάσπη κατέκλυσε το λιμάνι της Εφέσου και η πόλη κατάντησε ασήμαντη! Οι Γότθοι λεηλάτησαν στη συνέχεια το ναό και οι πλημμύρες ολοκλήρωσαν την καταστροφή.

Το θέαμα του θαύματος ήταν τόσο εντυπωσιακό που ο Αντίπατρος αναφέρει χαρακτηριστικά: “Έχω αντικρίσει την εντυπωσιακή Βαβυλώνα με τους Κρεμαστούς της Κήπους, το άγαλμα του Δία, τον Κολοσσό της Ρόδου, την Μεγάλη Πυραμίδα και το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού, αλλά όταν είδα το σπίτι της Αρτέμιδος να φτάνει ως τα σύννεφα, τα υπόλοιπα αριστουργήματα έχασαν την λάμψη τους και τότε αναφώνησα: Εκτός από τον Όλυμπο, ο Ήλιος ποτέ δεν κοίταξε κάτι τόσο τεράστιο

Σήμερα ότι απομένει από το ναό στη Έφεσο είναι λίγοι ογκόλιθοι των θεμελίων και ένας μόνο αναστηλωμένος κίονας.

Η Έφεσος βρίσκεται 50 χιλιόμετρα νοτίως της Σμύρνης. Ο Αντίπατρος το διάλεξε όπως και τα άλλα θαύματα του αρχαίου κόσμου γιατί ήταν μέρος του μεγαλείου των Αρχαίων Ελλήνων και της Ελληνιστικής περιόδου, αλλά και κομμάτι της αυτοκρατορίας του Μεγάλου Αλεξάνδρου.