Ο ΘΕΟΣ ΠΑΝ

Ο ΘΕΟΣ ΠΑΝ ΜΕ ΝΥΜΦΕΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ 
ΕΛΛΗΝΟΡΩΜΑΙΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ 
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΜΠΗΊΑ 
 Μία από τις πιο αγαπητές θεότητες των προγόνων μας , που ενέπνευσε τόσο τους αρχαίους όσο και τους νεότερους συγγραφείς και ποιητές , είναι ο Παν .


Για την γέννηση του Πανός υπάρχουν διάφορες εκδοχές , διαφορετικές σε κάθε περιοχή της Ελλάδας .
Μερικοί πίστευαν ότι ήταν 

γιος του Ουρανού και της Γης , για άλλους ότι ήταν γιος του Διός και της Ύβρεως ή Θύμβρεως , ή του Διός και της Καλλίστούς ή της νύμφης Οινηΐδας , ή του Αιθέρος και της Ήρας , ή του Αιθέρος και της Οινηΐδας , ή του Ερμή και της Πηνελόπης ή ακόμα ότι ήταν γιος της Πηνελόπης και όλων των μνηστήρων , γι’ αυτό και ονομάστηκε Παν .

Από αυτή την ποικιλία των γονέων , οι ερευνητές συμπεραίνουν ότι ίσως να υπήρξαν πολλοί με το ίδιο όνομα .

Όμως δύο είναι οι κυριότεροι , ο γιος του Διός και της Θύμβρεως , ο οποίος ήταν μάντης και δίδαξε την μαντική στον Απόλλωνα , και ο γιος του Ερμή και της Πηνελόπης , την οποία ξεγέλασε ο Ερμής μεταμορφωμένος σε τράγο , και από αυτό πήρε και ο Παν αυτήν την μορφή .

Σε μερικά μέρη όμως πίστευαν ότι ήταν και οι δύο παιδιά του Ερμή , ο μεν ένας με μια άγνωστη γυναίκα με το όνομα Σώση και ο άλλος με μία Νύμφη που την έλεγαν Πηνελόπη .

Οπότε μετά από τόσες αντιφάσεις , η γέννηση του παραμένει στην ουσία αδιευκρίνιστη , και πιστεύεται ότι υπήρξαν κατά καιρούς σε διάφορους τόπους άνθρωποι με το όνομα αυτό .

Ο Παν αναφέρεται σε όλες τις θεογονίες , και σύμφωνα με τον Διόδωρο τον καιρό του Όσιρη ήταν στην Αίγυπτο .

Ο Ηρόδοτος πάλι αναφέρει ότι ο Παν ήταν αρχαιότατος , και ένας από τους πρώτους οκτώ θεούς των Αιγυπτίων , και ο Επιμενίδης , στα σχόλια του Θεόκριτου λέει ότι ο Ζεύς (κάποιος βασιλιάς με αυτό το όνομα) , εγέννησε από την Καλλιστώ δύο δίδυμους γιούς , τον Πάνα και τον Αρκάδα .
Ο ΠΑΝ ΚΑΙ ΝΎΜΦΗ

Εξ’ ίσου διαδεδομένη ήταν όμως και η άποψη ότι η Πηνελόπη γέννησε τον Πάνα από τον Ερμή , πριν παντρευτεί τον Οδυσσέα , ή σύμφωνα με άλλους , με όλους τους μνηστήρες κατά την απουσία του .
Όλες αυτές βέβαια οι διηγήσεις αναφέρονται σε συμβάντα πολύ απομακρυσμένα χρονικά , γιατί η μεν Πηνελόπη ζούσε την εποχή του Τρωϊκού πολέμου , ο Αρκάς όμως ήταν πολύ πιο πριν .

Γεννήθηκε λοιπόν ο Πάν στην Αρκαδία , στο Λυκαίο όρος , άσχημος με κέρατα στο κεφάλι , γένια , μεγάλα αυτιά , και πόδια και ουρά κατσίκας , και όπως γέλαγε και μάλιστα πολύ , φαινότανε τόσο άσχημος , που η μητέρα μη αντέχοντας την θέα του τον παράτησε εκεί , και ο Ερμής τον έδωσε στην Σινόη και τις άλλες Νύμφες να τον αναθρέψουν .

Βρέφος ακόμα , πήρε ο Ερμής τον Πάνα , τον τύλιξε με ένα λαγοτόμαρο και τον ανέβασε στον Όλυμπο κοντά στον Δία και τους άλλους θεούς , που μόλις τον αντίκρισαν γέλασαν με το παρουσιαστικό του , πιο πολύ όμως από όλους γέλασε ο Διόνυσος .Γι’ αυτό και τον ονόμασαν Πάνα , επειδή γέλασαν πάντες μαζί του . Σύμφωνα με άλλους μύθους όμως τον μεταμόρφωσε αργότερα η Αφροδίτη , επειδή έκρινε πως ήταν ωραιότερος από τον Αχιλλέα , τον γιό του Διός και της Λαμίας . Επίσης του προξένησε και έρωτα για την Ηχώ . ( Σύμφωνα με τον Όμηρο στον ύμνο προς τον Πάνα , και τον Παυσανία στα Αρκαδικά .)
Έτσι λοιπόν ανατράφηκε στα βουνά , και μεγαλώνοντας έγινε έμπειρος κυνηγός και βοσκός , γι’ αυτό και η Άρτεμις πήρε από αυτόν τα κυνηγόσκυλά της .

Ήταν όμως και ικανότατος μάντης και δίδαξε την μαντική στον Απόλλωνα .

( Εδώ πάλι αναφέρεται ότι ο μεν κυνηγός ήταν γιός της Νύμφης Σώσης , ο δε βοσκός της Πηνελόπης , άρα ο μάντης θα πρέπει να ήταν άλλος , και αν ήταν έτσι , τότε θα πρέπει να υπήρξαν στην Αρκαδία όχι ένας αλλά τρεις Πάνες .)

Επειδή του άρεσε η μοναξιά , σύχναζε στα βουνά , στα δάση , τις πεδιάδες και τα σπήλαια , κατέβαινε όμως συχνά και στις παραλίες , όπου σύμφωνα με μια εκδοχή από ένα όστρακο που βρήκε εκεί έφτιαξε και άρχισε να παίζει την πρώτη Σύριγγα , καθισμένος στην χλόη , και μαζεύοντας τις Νύμφες που χόρευαν γύρω του μαγεμένες από τους ήχους της μουσικής του .

Σύχναζε όπως είπαμε στην Αρκαδία στο Μαίναλο , την Κυλλήνη και το Λύκαιον , την άνοιξη και το καλοκαίρι στις βουνοκορφές , και το χειμώνα στα σπήλαια .
Το καλοκαίρι όταν κατέβαζε τα πρόβατά του στις παραλίες καθισμένος πάνω σ’ ένα σκόπελο συνόδευε με τον αυλό του τον ήχο των κυμάτων .


Έσωζε όμως και τα παραπλέοντα σκάφη από τις επιθέσεις των πειρατών , τρομάζοντας τους με τις οπτασίες που προκαλούνται από τα σχήματα των σκοπέλων και την βουή των κυμάτων στις θαλασσινές σπηλιές . Έτσι οι φόβοι αυτοί ονομάστηκαν Πανικοί .
Σύμφωνα πάλι με άλλους μύθους ο Παν σύχναζε στο όρος Τμώλος της Μικράς Ασίας , κοντά στις Σάρδεις , και επειδή καυχήθηκε παρασυρμένος από τους επαίνους των Νυμφών για την μουσική του , φιλονίκησε με τον Απόλλωνα .
Για να λύσουν την διαφορά τους έβαλαν τότε διαιτητή τον Τμώλο , από τον οποίο ονομάστηκε έτσι και το βουνό , και εκείνος έδωσε τα πρωτεία στον Απόλλωνα , πράγμα που επαίνεσαν όλοι οι παρευρισκόμενοι , πλην του Μίδα , ο οποίος προκάλεσε και τον θυμό του Απόλλωνα , που για να τον τιμωρήσει του μετέβαλε τα αυτία σε γαϊδουρινά.

Όταν ο Τυφώνας κατεδίωξε τους Θεούς στην Αίγυπτο , για να αποφύγουν τον κίνδυνο , ο Παν τους συμβούλευσε να μεταμορφωθούν σε ζώα , ο ίδιος μάλιστα μεταμορφώθηκε σε Αιγόκερο .
Για να τιμήσει αργότερα ο Ζευς τον Πάνα για το επιτυχημένο στρατήγημα του , έκανε τον Αιγόκερο αστερισμό .


Σύμφωνα με άλλο μύθο πάλι ο Παν μεταμορφώθηκε μισός Αιγόκερος και μισός ψάρι και πέφτοντας στην θάλασσα , ξέφυγε από τον κίνδυνο .
Σαν σύμμαχος των Θεών ο Παν πήρε μέρος στην Γιγαντομαχία , στην οποία κατατρόμαξε και έτρεψε σε φυγή , όταν σάλπισε με την Σύριγγά του , τους Γίγαντες οι οποίοι δεν μπόρεσαν υποφέρουν τον άγνωστο και ασυνήθιστο αυτόν ήχο .

Ήταν όμως και στρατηγός στην εκστρατεία του Διονύσου στην Ασία . Όταν παρατάχτηκαν απέναντί τους οι Ινδοί και φοβήθηκε ο Διόνυσος αντικρίζοντας όλο αυτό το πλήθος , ατάραχος ο Παν διέταξε να αλαλάξη την νύχτα όλο το στράτευμα ξαφνικά , μεγαλόφωνα και όσο το δυνατόν πιο άγρια .
Έτσι έγινε και ατήχησαν οι κοιλάδες και οι πέτρες από αυτή την παράδοξη και τρομερή κραυγή , που σκόρπισε τον τρόμο στους Ινδούς τρέποντάς τους σε φυγή .

Σύμφωνα με άλλο μύθο πάλι ο Παν πήρε μέρος και στην εκστρατεία του Όσιρη , αποσπώντας τον σεβασμό και την τιμή των Αιγυπτίων οι οποίοι για να τον τιμήσουν έχτισαν μια πόλη που την ονόμασαν Χεμώ στα αιγυπτιακά , δηλαδή Πανός πόλη .

Φυσικά , όπως είναι άλλωστε φανερό , εδώ πρόκειται για τον θεό Χεμ των Αιγυπτίων , τον οποίο οι Έλληνες ταύτισαν με τον Πάνα .

Άλλοι θρύλοι και παραδόσεις
Σύμφωνα με τις παραδόσεις ο Παν είχε γυναίκα την Αίγα με την οποία ο Ζευς γέννησε τον Αιγιπάνα , άλλοι πάλι αναφέρουν σαν γυναίκα του την Ηχώ και ότι από αυτήν απέκτησε μια κόρη την Ίυγκα , που ήταν φαρμακεύτρια .

Σύμφωνα με άλλη εκδοχή , η Ηχώ ήταν μόνο ερωμένη του και αργότερα τον άφησε για τον Νάρκισσο . Μετά από αυτό ο Πάν αγάπησε την Νύμφη Πίτυ , την οποία όμως αγαπούσε και ο Βορράς , οπότε από την ζήλια του και για να την εκδικηθή , φύσηξε δυνατά και την έριξε στα βράχια και την σκότωσε . Την λυπήθηκε όμως η Γή και την μεταμόρφωσε στο ομώνυμο δέντρο (Πεύκο) , από το οποίο ο Παν έκοψε κλαδιά στεφανώθηκε μ’ αυτά και γύριζε στα βουνά αναζητώντας την .

Άλλη πάλι παράδοση θέλει τον Πάνα ερωτευμένο με την Άρτεμη , που για να την εξαπατήση , μεταμορφώθηκε σε λευκό τράγο . Εκείνη νομίζοντας ότι ήταν πράγματι τράγος , και όταν τον κυνήγησε για να τον πιάση σε κοντινό δάσος , βρέθηκε μπροστά στον Πάνα .


Όταν ερωτεύτηκε μια από τις Ναϊάδες Νύμφες , και κόρη του ποταμού Λάδωνα την Σύριγγα , και την κυνήγησε , αυτή για να γλυτώση από τον βιασμό έτρεξε στον πατέρα της για να σωθή , ο Λάδωνας όμως ήταν αδιάβατος . Παρακάλεσε τότε τις αδελφές της να την μεταμορφώσουν σε καλαμιά , κι έτσι όταν ο Πάν έφτασε και θέλησε να την αγκαλιάση κλαίγοντας , αντί γι’ αυτή αγκάλιασε τις καλαμιές , που με το φύσημα του αέρα , έμοιαζε σαν να απαντούσαν στους στεναγμούς του .

Παρατήρησε τότε ότι τα καλάμια μπορούν με το φύσημα του αέρα να βγάλουν ήχο , έκοψε λοιπόν από αυτά , τα συναρμολόγησε και κατασκεύασε το μουσικό όργανο το οποίο ονόμασε προς τιμήν της αγαπημένης του Σύριγγα , και τριγύριζε στα βουνά παίζοντας την Σύριγγα και θρηνώντας την αγαπημένη του .

Έτσι εφευρέθηκε σύμφωνα με μια από τις παραδόσεις η Σύριγγα .

 Επίσης έλεγαν ότι ο Παν γέννησε άλλους δώδεκα Πάνες όμοιούς του .
Κοντά στο Λυκαίον όρος και την πόλη Λυκοσούρα την οποία σύμφωνα με τον Παυσανία πρωταντίκρυσε ο Ήλιος , και από αυτή έμαθαν οι άνθρωποι να χτίζουν πόλεις , υπήρχαν κάτι βουνά που ονομάζονταν Νόμια από το όνομα του Νομίου Πανός , επειδή σύμφωνα με την παράδοση έβοσκε εκεί τα πρόβατά του 

Εκεί υπήρχε και Ιερό του , ο χώρος γύρω από το οποίο ονομάζονταν Μέλπεια γιατί εκεί έπαιξε με τον αυλό του το πρώτο μέλος (μελωδία) , με τη Σύριγγα .

Είχε όμως Ιερό και στο Παρθένιο όρος , εκεί όπου φανερώθηκε στον Φιλιππίδη ή Φειδιππίδη , τον αγγελιοφόρο των Αθηναίων στους Σπαρτιάτες για να ζητήσουν την βοήθειά τους όταν ο στρατηγός του Δαρείου Δάτις εισέβαλε στην Αττική , για να του πει ότι θα βοηθήσει τους Αθηναίους όπως τους είχε βοηθήσει και στο παρελθόν αλλά αυτοί δεν τον τίμησαν ποτέ τους .

Μετά την νίκη τους στην μάχη του Μαραθώνα , οι Αθηναίοι τίμησαν τον Πάνα και έτσι πέρασε η λατρεία του για πρώτη φορά από την Αρκαδία στην Αττική .

Το ίδιο και όταν έφθασαν στους Δελφούς οι Γαλάτες με τον Βρέννο για να τους λεηλατήσουν , ο Πάν φανερώθηκε την νύχτα στο στράτευμά τους και τους προξένησε τέτοιο τρόμο , που άρχισαν να σκοτώνονται μεταξύ τους .

Από αυτό όλοι οι ξαφνικοί φόβοι που δημιουργούνται χωρίς φανερή αιτία ονομάστηκαν Πανικοί .

Στο Παρθένιο όρος υπήρχαν χελώνες που τα καβούκια τους ήταν κατάλληλα για την κατασκευή Λύρας , όμως επειδή οι ντόπιοι τις θεωρούσαν ιερές του Πανός , δεν τις άγγιζαν αλλά ούτε και σε ξένους επέτρεπαν να τις αγγίξουν ή να τις πάρουν .

Ο Παν είχε και άλλο ιερό Ιερό κοντά στην Λυκοσούρα , στο οποίο έκαιγε άσβεστον πυρ , μάλιστα έλεγαν ότι εκεί ήταν παλαιότερα Μάντης και είχε Μαντείο και Προμάντιδα μια Νύμφη ονομαζόμενη Ερατώ , την οποία παντρεύτηκε ο Αρκάς της Καλλιστώς .

Οι κάτοικοι του Λυκαίου όρους βεβαίωναν ότι τον άκουγαν να παίζει την Σύριγγα πάνω στο ιερό βουνό του .
Οι Αθηναίοι πάλι είχαν κοντά στον Μαραθώνα ωραιότατο ιερό σπήλαιο του Πανός , με στενή είσοδο , που είχε μέσα καταλύματα και λουτρά καθώς και το αποκαλούμενο «Αιπόλιο (μαντρί) του Πανός» , το οποίο κατά τον Παυσανία , ήταν λαξευμένες πέτρες σε σχήμα κατσίκας .
Θεωρούσαν λοιπόν τον Πάνα μεγάλο θεό και προστάτη των βουνών , οπότε όλα τα βουνά και τα σπήλαια της Αρκαδίας ήταν ιερά του .

 Επίσης ήταν προστάτης των κοπαδιών και των βοσκών , αλλά και των κυνηγών , των σκοπέλων στις παραλίες , και αρχηγός των Νυμφών .
Και όπως ο Ζευς ονομάστηκε Μοιραγέτης , και ο Απόλλων Μουσαγέτης , έτσι και ο Παν ονομάστηκε Νυμφαγέτης .
Ο Παν είχε δύστροπο χαρακτήρα , θύμωνε πολύ , και όταν θύμωνε σφύριζε μια μελωδία θανατηφόρα που όποιοι την άκουγαν πέθαιναν από τον φόβο τους . Διηγούνταν ότι κάποτε εννέα ξυλοκόποι που τον συνάντησαν θυμωμένο και άκουσαν αυτήν την οξεία και φοβερή μελωδία πέθαναν . Οι συγγενείς τους μη μπορώντας να εξηγήσουν τον αιφνίδιο αυτό θάνατο επήγαν και ρώτησαν το μαντείο από όπου και έμαθαν την αιτία .

ΙΕΡΟΝ ΠΑΝΟΣ 

Μάλιστα έλεγαν αν την Άρτεμις δεν είχε καταπραΰνει τον θυμό του θα είχε σκοτώσει όλους τους ξυλοκόπους γιατί τον ενοχλούσε ο θόρυβος που έκαναν κόβοντας ξύλα την ώρα που αυτός έπαιζε τον αυλό του διασκεδάζοντας τις Νύμφες .

Οπότε οι βοσκοί πρόσεχαν πολύ να μην τον ενοχλήσουν , μάλιστα προς το μεσημέρι δεν σφύριζαν με τις φλογέρες τους , επειδή πίστευαν ότι εκείνη την ώρα γύριζε κουρασμένος από το κυνήγι και κοιμόταν τις περισσότερες φορές κάτω από τις σκιές των πεύκων .
Όπως φαίνεται και από δύο επιγράμματα του ήταν και προστάτης των ψαράδων αλλά και όλων των παραθαλασσίων και ο Σοφοκλής στον Αίαντα , τον ονομάζει Αλίπλακτον , επίσης σώζονται ο ύμνος του Ορφέα και του Ομήρου σ’ αυτόν .

Τον παράσταιναν με δύο μικρά κέρατα στο κεφάλι , κόκκινο πρόσωπο , μικρά και σουβλερά αυτιά , σκληρή γενειάδα , με πόδια και ουρά τράγου , δέρμα λεοπαρδάλεως στους ώμους στεφάνι από πεύκο στο κεφάλι , και στο δεξί χέρι να κρατά μαστίγιο ενώ στο αριστερό γκλίτσα .
Πολλές φορές εικονίζεται να παίζει καθισμένος κάτω από τα δέντρα το αυλό του.